Του Μπάμπη Ξαρχάκου
Ως χώρα έχουμε λύσει το πρόβλημα των ναρκωτικών. Με την ευθανασία! Πώς αλλιώς να εξηγήσεις την παντελώς αναλγησία του κράτους όταν κόβει τις επιχορηγήσεις στους συλλόγους απεξάρτησης, όταν όχι μόνο δεν προσλαμβάνει νέο προσωπικό στα κέντρα πρόληψης, δεν ανανεώνει και τις συμβάσεις στο ανεπαρκές και προβληματικό(!) υπάρχον, αφού πολλοί "υπάλληλοι" πασάρουνε στη ζούλα τη μεθαδόνη, βγάζοντας το κάτι τις τους(!!). Όταν στα τριτοκοσμικά μας ψυχιατρεία αναλογεί ένας νοσηλευτής για σαράντα ασθενείς. Όταν όλοι πουλάνε και όλοι αγοράζουν γύρω μας. Όταν όλοι εμείς έχουμε σηκώσει παραβάν και δεν τους βλέπουμε, δεν τους ακούμε. Δεν υπάρχουν. Μόνο όταν πέφτει στη πιάτσα η σκάρτη σκόνη και θερίζει τις ψυχές κατά δεκάδες, τότε αναρωτιόμαστε τι έγιναν οι φίλοι μας κι έχουμε μέρες να τους δούμε.
Η ηρωίνη είναι για τη ψυχή μια δεξαμενή στέρησης των αισθήσεων. Επιπλέοντας στη Νεκρή Θάλασσα της μαστούρας, δεν νιώθεις πόνο, τύψεις, ντροπή, λύπη, κατάθλιψη, επιθυμίες. Οι σκέψεις παρασύρονται σαν τα φύκια του ωκεανού και χάνονται σε μια μακρινή, γκρίζα υπνηλία, αδιόρατες, απροσδιόριστες. Το σώμα υποτάσσεται σε έναν κρυογονικό βαθύ ύπνο. Η άτονη καρδιά χτυπάει αδύναμα και η αργή αναπνοή σιγά σιγά καταλήγει σε περιστασιακά φυσήματα. Βαριά παραλυτική νιρβάνα μουδιάζει τα άκρα, και πιο μέσα, πιο βαθιά, γλιστράς προς την αναισθησία, προς την τέλεια και παντοτινή μαστούρα.
Αυτή η χημική άφεση αμαρτιών, πληρώνεται, όπως κι όλα τα άλλα στον κόσμο, με φως. Το πρώτο πράγμα που χάνουν οι ηρωινομανείς είναι το φως στα μάτια τους. Τα μάτια τους είναι χωρίς φως, όπως τα μάτια στα αρχαία αγάλματα. Μετά χάνουν το φως της επιθυμίας. Αργά ή γρήγορα στο τελευταίο στάδιο της ευχαρίστησης από το ναρκωτικό ο ηρωινομανής θα προτιμήσει να απαρνηθεί τη γυναίκα που αγαπάει, παρά να τη βγάλει χωρίς τη δόση. Αργά ή γρήγορα, κάθε χρήστης σκληρών ναρκωτικών γίνεται ένας διάβολος σε εξορία.
Για να μπει κάποιος σε πρόγραμμα απεξάρτησης (μεθαδόνη) πρέπει να περιμένει 5 με 6 χρόνια. Με αποτέλεσμα οκτώ στους δέκα να πεθαίνουν ή να τρελαίνονται.
Και πως είναι η αποτοξίνωση από την ηρωίνη; Θα σου πω. «Σκέψου κάποια στιγμή στη ζωή σου που φοβήθηκες στ' αλήθεια. Κάποιος έρχεται κρυφά από πίσω σου όταν πιστεύεις ότι είσαι μόνος, και φωνάζει δυνατά για να σε τρομάξει. Μια συμμορία σε περικυκλώνει. Πέφτεις από μεγάλο ύψος σε κάποιο όνειρο, ή στέκεσαι στην άκρη ενός γκρεμού. Κάποιος σου κρατάει το κεφάλι κάτω από το νερό και νιώθεις να σου φεύγει η ανάσα και παλεύεις, αγωνίζεσαι με νύχια και με δόντια να βγεις στην επιφάνεια. Χάνεις τον έλεγχο του αυτοκινήτου και βλέπεις έναν τοίχο να έρχεται καταπάνω σου ενώ ουρλιάζεις χωρίς ήχο. Μετά, πρόσθεσέ τα όλα μαζί, όλους αυτούς τους τρομερούς φόβους που σφίγγουν το στήθος, και νιώσε τους όλους μαζί ταυτόχρονα, όλους την ίδια στιγμή, κάθε ώρα, κάθε μέρα. Και σκέψου κάθε πόνο που ένιωσες -το κάψιμο από το καυτό λάδι, το κοφτερό κομμάτι τζαμιού, ένα κόκαλο που σπάει, τα χαλίκια που σε έκοψαν όταν γλίστρησες κι έπεσες πάνω στο δρόμο το χειμώνα, τον πονοκέφαλο, τον πόνο στα αυτιά και τον πονόδοντο. Μετά πρόσθεσέ τα όλα, κάθε ώρα, κάθε μέρα. Μετά σκέψου κάθε αγωνία που έχεις νιώσει. Θυμήσου το θάνατο κάποιου αγαπημένου προσώπου. Θυμήσου την απόρριψη κάποιου ανθρώπου που αγαπάς. Θυμήσου τα συναισθήματα της αποτυχίας και της ντροπής και των απερίγραπτα φοβερών ενοχών. Και πρόσθεσέ τα όλα, όλες τις θλίψεις και όλες τις δυστυχίες που σε μαχαιρώνουν κατάκαρδα, και νιώσε τις όλες ταυτόχρονα, κάθε ώρα και κάθε μέρα. Αυτή είναι η αποτοξίνωση από την ηρωίνη. Είναι σαν να σε γδέρνουν ζωντανό. Η επίθεση της αγωνίας στον απροστάτευτο νου, στο μυαλό, χωρίς τις φυσικές ενδορφίνες, κάνει τους ανθρώπους να παραφρονούν. Κάθε ναρκομανής που κάνει αποτοξίνωση είναι τρελός. Η τρέλα είναι τόσο άγρια και απάνθρωπη που μερικοί δεν καταφέρνουν να βγουν ζωντανοί. Και όσοι τελικά τα καταφέρουν, τους σκοτώνουμε μετά με τα ίδια μας τα χέρια».
Κάθε μέρα που περνάω από τη πλατεία, μετράω τις απουσίες. Κάθε βράδυ στον ύπνο μου μετράω τα τρυπήματα στη καρδιά μου. Έχω θυμώσει και φωνάζω: Κουφάλες σταματήστε να σκοτώνετε τα παιδιά μας.
Οι φίλοι μου
(Στίχοι:Λίνα Νικολακοπούλου)
Οι φίλοι μου σαλτάρουνε
στα όρθια σουτάρουνε
και ψάχνουνε για τέρμα
Σε κάτι αποδυτήρια
χτυπάνε δηλητήρια
και κάτω απ' την επήρεια
τρυπάνε σκέτο δέρμα
Οι φίλοι μου μ' αφήνουνε
μονάχοι τους θα γίνουνε
με τη γραμμή στο τζάμι
Σηκώσαν τα μανίκια τους
σκοτώσανε δυο νοίκια τους
γυμνοί στα δεκανίκια τους
για μια χαρά χαράμι
Τη βρήκες; Την ακούς;
Σε ποια ζωή σε πιάνω;
Mε ποιούς κανονικούς;
Να πάω να στην κάνω...
(από τα Λόγια στο Χαρτί του Ως3).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου